Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀτρέμα
ἀτρεμέω
ἀτρεμής
ἀτρεμία
ἀτρεμίζω
ἄτρεπτος
ἄτρεστος
ἀτρίακτος
ἀτριβής
ἄτριπτος
ἄτρομος
ἀτροπία
ἄτροπος
ἀτροφέω
ἄτροφος
ἀτρύγετος
ἀτρύμων
ἄτρυτος
Ἀτρυτώνη
ἄτρωτος
ἀτταγᾶς
View word page
ἄτρομος
ἄτρομος τρέμω intrepid, dauntless, Il.

ShortDef

intrepid, dauntless

Debugging

Headword:
ἄτρομος
Headword (normalized):
ἄτρομος
Headword (normalized/stripped):
ατρομος
IDX:
5466
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n5469
Key:
a)/tromos

Data

{'content': 'ἄτρομος\n τρέμω\n intrepid, dauntless, Il.', 'key': 'a)/tromos'}