Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀσωτεύω
ἀσωτία
ἄσωτος
ἀτακτέω
ἄτακτος
ἀταλαίπωρος
ἀτάλαντος
ἀταλάφρων
ἀτάλλω
ἀταλός
ἀταλόψυχος
ἀταξία
ἀτάομαι
ἀτάρακτος
ἀταρβής
ἀτάρβητος
ἀτάρμυκτος
ἀτάρ
ἀταρτηρός
ἀτασθαλία
ἀτασθάλλω
View word page
ἀταλόψυχος
ἀταλόψυχος ψυχή soft-hearted, Anth.

ShortDef

soft-hearted

Debugging

Headword:
ἀταλόψυχος
Headword (normalized):
ἀταλόψυχος
Headword (normalized/stripped):
αταλοψυχος
IDX:
5354
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n5357
Key:
a)talo/yuxos

Data

{'content': 'ἀταλόψυχος\n ψυχή\n soft-hearted, Anth.', 'key': 'a)talo/yuxos'}