Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀσυμπαθής
ἀσύμφορος
ἀσύμφωνος
ἀσύμψηφος
ἀσύνδετος
ἀσύνδηλος
ἀσυνεσία
ἀσύνετος
ἀσυνήθεια
ἀσυνήθης
ἀσυνήμων
ἀσύνθετος
ἀσύνοπτος
ἀσύντακτος
ἀσύντονος
ἀσυσκεύαστος
ἀσύστατος
ἀσύφηλος
ἀσφάδαστος
ἄσφακτος
ἀσφάλαξ
View word page
ἀσυνήμων
ἀσυνήμων = ἀσύνετος, Aesch.
ShortDef
not comprehending
Debugging
Headword:
ἀσυνήμων
Headword (normalized):
ἀσυνήμων
Headword (normalized/stripped):
ασυνημων
IDX:
5310
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n5313
Key:
a)sunh/mwn
Data
{'content': 'ἀσυνήμων\n = ἀσύνετος, Aesch.', 'key': 'a)sunh/mwn'}