Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀσυγκέραστος
ἀσυγκόμιστος
ἀσύγκριτος
ἀσυκοφάντητος
ἀσυλαῖος
ἀσύλητος
ἀσυλία
ἀσυλλόγιστος
ἄσυλος
ἀσύμβατος
ἀσύμβλητος
ἀσύμβολος
ἀσυμμετρία
ἀσύμμετρος
ἀσυμπαγής
ἀσυμπαθής
ἀσύμφορος
ἀσύμφωνος
ἀσύμψηφος
ἀσύνδετος
ἀσύνδηλος
View word page
ἀσύμβλητος
ἀσύμβλητος συμβάλλω not to be guessed, unintelligible, Soph.

ShortDef

not to be guessed, unintelligible

Debugging

Headword:
ἀσύμβλητος
Headword (normalized):
ἀσύμβλητος
Headword (normalized/stripped):
ασυμβλητος
IDX:
5295
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n5298
Key:
a)su/mblhtos

Data

{'content': 'ἀσύμβλητος\n συμβάλλω\n not to be guessed, unintelligible, Soph.', 'key': 'a)su/mblhtos'}