Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀσυγγνώμων
ἀσυγκέραστος
ἀσυγκόμιστος
ἀσύγκριτος
ἀσυκοφάντητος
ἀσυλαῖος
ἀσύλητος
ἀσυλία
ἀσυλλόγιστος
ἄσυλος
ἀσύμβατος
ἀσύμβλητος
ἀσύμβολος
ἀσυμμετρία
ἀσύμμετρος
ἀσυμπαγής
ἀσυμπαθής
ἀσύμφορος
ἀσύμφωνος
ἀσύμψηφος
ἀσύνδετος
View word page
ἀσύμβατος
ἀσύμβατος συμβαίνω not coming to terms, Thuc.:—adv., -τως ἔχειν to be irreconcilable, Plut.
ShortDef
not coming to terms
Debugging
Headword:
ἀσύμβατος
Headword (normalized):
ἀσύμβατος
Headword (normalized/stripped):
ασυμβατος
IDX:
5294
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n5297
Key:
a)su/mbatos
Data
{'content': 'ἀσύμβατος\n συμβαίνω\n not coming to terms, Thuc.:—adv., -τως ἔχειν to be irreconcilable, Plut.', 'key': 'a)su/mbatos'}