Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀστονάχητος
ἄστοργος
ἀστός
ἀστοχέω
ἄστοχος
ἀστράβη
ἀστραβής
ἀστραγαλίζω
ἀστραγάλισις
ἀστράγαλος
ἀστραπή
ἀστραπηφορέω
ἀστραπηφόρος
ἀστράπτω
ἀστρατεία
ἀστράτευτος
ἄστρεπτος
ἀστρογείτων
ἀστρόθετος
ἀστρολογία
ἀστρονομέω
View word page
ἀστραπή
ἀστραπή ἀστεροπή, στεροπή a flash of lightning, lightning, Hdt., Attic; in pl. lightnings, Aesch., Soph. any bright light, NTest.

ShortDef

a flash of lightning, lightning

Debugging

Headword:
ἀστραπή
Headword (normalized):
ἀστραπή
Headword (normalized/stripped):
αστραπη
IDX:
5250
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n5253
Key:
a)straph/

Data

{'content': 'ἀστραπή\n ἀστεροπή, στεροπή\n a flash of lightning, lightning, Hdt., Attic; in pl. lightnings, Aesch., Soph.\n any bright light, NTest.', 'key': 'a)straph/'}