Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

Ἀσσύριοι
ἀσταθής
ἀστάθμητος
ἀστακτί
ἄστακτος
ἀστάλακτος
ἀστάνδης
ἀστασίαστος
ἀστατέω
ἄστατος
ἀσταφιδίτης
ἀσταφίς
ἄσταχυς
ἀστέγαστος
ἀστεΐζομαι
ἀστεῖος
ἀστεμφής
ἀστένακτος
ᾀστέος
ἄστεπτος
ἀστεργάνωρ
View word page
ἀσταφιδίτης
ἀσταφιδίτης of raisins, Anth.

ShortDef

of raisins

Debugging

Headword:
ἀσταφιδίτης
Headword (normalized):
ἀσταφιδίτης
Headword (normalized/stripped):
ασταφιδιτης
IDX:
5211
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n5214
Key:
a)stafidi/ths

Data

{'content': 'ἀσταφιδίτης\n of raisins, Anth.', 'key': 'a)stafidi/ths'}