Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀσκευής
ἄσκευος
ἀσκέω
ἀσκηθής
ἄσκημα
ἄσκηνος
ἄσκησις
ἀσκητέος
ἀσκητής
ἀσκητός
ἄσκιος
Ἀσκληπιάδαι
Ἀσκληπιεῖον
Ἀσκληπίειος
Ἀσκληπιός
ἄσκοπος
ἄσκοπος2
ἀσκός
ἀσκωλιάζω
Ἀσκώλια
ἄσκωμα
View word page
ἄσκιος
ἄσκιος σκιά unshaded, Pind.
ShortDef
unshaded
Debugging
Headword:
ἄσκιος
Headword (normalized):
ἄσκιος
Headword (normalized/stripped):
ασκιος
IDX:
5153
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n5156
Key:
a)/skios
Data
{'content': 'ἄσκιος\n σκιά\n unshaded, Pind.', 'key': 'a)/skios'}