Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀειζώων
ἀειθαλής
ἀεικής
ἀεικία
ἀεικίζω
ἀειλογία
ἀείμνηστος
ἀείνηστις
ἀειπάρθενος
ἀεί
ἀείρυτος
ἀείρω
ἄεισμα
ἀειφλεγής
ἀείφρουρος
ἀειφυγία
ἀειχρόνιος
ἀεκαζόμενος
ἀεκήλιος
ἀέκητι
ἀεκούσιος
View word page
ἀείρυτος
ἀείρυτος ever-flowing, κρήνη Soph.
ShortDef
ever-flowing
Debugging
Headword:
ἀείρυτος
Headword (normalized):
ἀείρυτος
Headword (normalized/stripped):
αειρυτος
IDX:
504
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n504
Key:
a)ei/rutos
Data
{'content': 'ἀείρυτος\n ever-flowing, κρήνη Soph.', 'key': 'a)ei/rutos'}