Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀρτοκόπος
ἀρτολάγυνος
ἀρτοποιΐα
ἀρτοποιός
ἀρτοπώλιον
ἀρτόπωλις
ἀρτοσιτέω
ἄρτος
ἀρτοφαγέω
ἀρτοφάγος
ἄρτυμα
ἀρτύνας
ἀρτύνω
ἀρτύω
ἀρύβαλλος
ἀρύσσομαι
ἀρυστήρ
ἀρύστιχος
ἀρυστρίς
ἀρύταινα
ἀρυτήσιμος
View word page
ἄρτυμα
ἄρτυμα ἀρτύω seasoning, sauce, spice, Batr.

ShortDef

seasoning, sauce, spice

Debugging

Headword:
ἄρτυμα
Headword (normalized):
ἄρτυμα
Headword (normalized/stripped):
αρτυμα
IDX:
5015
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n5018
Key:
a)/rtuma

Data

{'content': 'ἄρτυμα\n ἀρτύω\n seasoning, sauce, spice, Batr.', 'key': 'a)/rtuma'}