Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἄβουλος
ἀβούτης
ἀβριθής
ἁβροβάτης
ἁβρόβιος
ἁβρόγοος
ἁβροδίαιτος
ἁβροκόμης
ἀβρόμιος
ἄβρομος
ἁβροπέδιλος
ἁβρόπηνος
ἁβρόπλουτος
ἁβρός
ἀβροτάζω
ἁβρότης
ἁβρότιμος
ἄβροτος
ἁβροχίτων
ἄβροχος
ἁβρύνω
View word page
ἁβροπέδιλος
ἁβροπέδιλος πέδιλον with soft sandals, Anth.
ShortDef
with soft sandals
Debugging
Headword:
ἁβροπέδιλος
Headword (normalized):
ἁβροπέδιλος
Headword (normalized/stripped):
αβροπεδιλος
IDX:
50
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n50
Key:
a(brope/dilos
Data
{'content': 'ἁβροπέδιλος\n πέδιλον\n with soft sandals, Anth.', 'key': 'a(brope/dilos'}