Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀρτιασμός
ἀρτιβρεχής
ἀρτίγαμος
ἀρτιγένειος
ἀρτιγέννητος
ἀρτιγλυφής
ἀρτίγονος
ἀρτιδαής
ἀρτίδακρυς
ἀρτίδορος
ἀρτίδροπος
ἀρτιεπής
ἀρτιζυγία
ἀρτίζω
ἀρτιθαλής
ἀρτιθανής
ἀρτίκολλος
ἀρτιλόχευτος
ἀρτιμαθής
ἀρτιμελής
ἄρτιος
View word page
ἀρτίδροπος
ἀρτίδροπος ἄρτιος, δρέπω ready for plucking, of tender age, Aesch.
ShortDef
ready for plucking, of tender age
Debugging
Headword:
ἀρτίδροπος
Headword (normalized):
ἀρτίδροπος
Headword (normalized/stripped):
αρτιδροπος
IDX:
4978
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4981
Key:
a)rti/dropos
Data
{'content': 'ἀρτίδροπος\n ἄρτιος, δρέπω\n ready for plucking, of tender age, Aesch.', 'key': 'a)rti/dropos'}