Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀρτηρία
ἀρτιάζω
ἀρτιασμός
ἀρτιβρεχής
ἀρτίγαμος
ἀρτιγένειος
ἀρτιγέννητος
ἀρτιγλυφής
ἀρτίγονος
ἀρτιδαής
ἀρτίδακρυς
ἀρτίδορος
ἀρτίδροπος
ἀρτιεπής
ἀρτιζυγία
ἀρτίζω
ἀρτιθαλής
ἀρτιθανής
ἀρτίκολλος
ἀρτιλόχευτος
ἀρτιμαθής
View word page
ἀρτίδακρυς
ἀρτίδακρυς δάκρυ just weeping, ready to weep, Eur.
ShortDef
just weeping, ready to weep
Debugging
Headword:
ἀρτίδακρυς
Headword (normalized):
ἀρτίδακρυς
Headword (normalized/stripped):
αρτιδακρυς
IDX:
4976
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4979
Key:
a)rti/dakrus
Data
{'content': 'ἀρτίδακρυς\n δάκρυ\n just weeping, ready to weep, Eur.', 'key': 'a)rti/dakrus'}