Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀροτροφορέω
ἀρουραῖος
ἄρουρα
ἀρουρείτης
ἀρούριον
ἀρουροπόνος
ἀρόω
ἁρπάγη
ἁρπαγή
ἁρπάγιμος
ἁρπαγμός
ἁρπάζω
ἁρπακτήρ
ἁρπακτικός
ἁρπακτός
ἁρπαλέος
ἁρπαλίζω
ἁρπάξανδρος
ἅρπαξ
ἅρπασμα
ἁρπαστός
View word page
ἁρπαγμός
ἁρπαγμός ἁρπάζω a seizing, booty, a prize, NTest.

ShortDef

a seizing, booty, a prize

Debugging

Headword:
ἁρπαγμός
Headword (normalized):
ἁρπαγμός
Headword (normalized/stripped):
αρπαγμος
IDX:
4907
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4910
Key:
a(rpagmo/s

Data

{'content': 'ἁρπαγμός\n ἁρπάζω\n a seizing, booty, a prize, NTest.', 'key': 'a(rpagmo/s'}