Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἁρμάτειος
ἁρματεύω
ἁρματηλασία
ἁρματηλατέω
ἁρματηλάτης
ἁρματήλατος
ἁρματοδρομία
ἁρματόκτυπος
ἁρματοπηγός
ἁρματοτροφέω
ἁρματοτροφία
ἁρματοτροχιά
ἁρματωλία
ἄρμενα
ἁρμόδιος
ἁρμόζω
ἁρμοῖ
ἁρμολογέω
ἁρμονία
ἁρμονικός
ἁρμός
View word page
ἁρματοτροφία
ἁρματοτροφία from ἁρματοτροφέω a keeping of chariot-horses, Xen.
ShortDef
a keeping of chariot-horses
Debugging
Headword:
ἁρματοτροφία
Headword (normalized):
ἁρματοτροφία
Headword (normalized/stripped):
αρματοτροφια
IDX:
4860
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4863
Key:
a(rmatotrofi/a
Data
{'content': 'ἁρματοτροφία\n from ἁρματοτροφέω\n a keeping of chariot-horses, Xen.', 'key': 'a(rmatotrofi/a'}