Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀρκυστασία
ἀρκύστατος
ἀρκυωρός
ἁρμαλιά
ἁρμάμαξα
ἅρμα
ἁρμάτειος
ἁρματεύω
ἁρματηλασία
ἁρματηλατέω
ἁρματηλάτης
ἁρματήλατος
ἁρματοδρομία
ἁρματόκτυπος
ἁρματοπηγός
ἁρματοτροφέω
ἁρματοτροφία
ἁρματοτροχιά
ἁρματωλία
ἄρμενα
ἁρμόδιος
View word page
ἁρματηλάτης
ἁρματηλάτης ἐλαύνω a charioteer, Soph., Xen.

ShortDef

a charioteer

Debugging

Headword:
ἁρματηλάτης
Headword (normalized):
ἁρματηλάτης
Headword (normalized/stripped):
αρματηλατης
IDX:
4854
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4857
Key:
a(rmathla/ths

Data

{'content': 'ἁρματηλάτης\n ἐλαύνω\n a charioteer, Soph., Xen.', 'key': 'a(rmathla/ths'}