Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἄρκυς
ἀρκυστασία
ἀρκύστατος
ἀρκυωρός
ἁρμαλιά
ἁρμάμαξα
ἅρμα
ἁρμάτειος
ἁρματεύω
ἁρματηλασία
ἁρματηλατέω
ἁρματηλάτης
ἁρματήλατος
ἁρματοδρομία
ἁρματόκτυπος
ἁρματοπηγός
ἁρματοτροφέω
ἁρματοτροφία
ἁρματοτροχιά
ἁρματωλία
ἄρμενα
View word page
ἁρματηλατέω
ἁρματηλατέω from ἁρματηλάτης to go in a chariot, drive it, Hdt., Xen.

ShortDef

to go in a chariot, drive it

Debugging

Headword:
ἁρματηλατέω
Headword (normalized):
ἁρματηλατέω
Headword (normalized/stripped):
αρματηλατεω
IDX:
4853
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4856
Key:
a(rmathlate/w

Data

{'content': 'ἁρματηλατέω\n from ἁρματηλάτης\n to go in a chariot, drive it, Hdt., Xen.', 'key': 'a(rmathlate/w'}