Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀριστοκρατία
ἀριστοκρατικός
ἀριστόμαντις
ἀριστόμαχος
ἀριστόνοος
ἄριστον
ἀριστοποιέω
ἄριστος
ἀριστοτόκος
ἀριστότοκος2
ἀριστόχειρ
ἀριστώδιν
ἀρισφαλής
ἀριφραδής
ἀρκεόντως
ἄρκεσις
ἀρκετός
ἀρκέω
ἄρκιος
ἀρκτέος
ἄρκτος
View word page
ἀριστόχειρ
ἀριστόχειρ won by the stoutest hand, ἀγών Soph.

ShortDef

won by the stoutest hand

Debugging

Headword:
ἀριστόχειρ
Headword (normalized):
ἀριστόχειρ
Headword (normalized/stripped):
αριστοχειρ
IDX:
4830
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4833
Key:
a)risto/xeir

Data

{'content': 'ἀριστόχειρ\n won by the stoutest hand, ἀγών Soph.', 'key': 'a)risto/xeir'}