Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀριστάφυλος
ἀριστάω
ἀριστεία
ἀριστεῖα
ἀριστερός
ἀριστεύς
ἀριστεύω
ἀριστίζω
ἀριστόβουλος
ἀριστογένεθλος
ἀριστογόνος
ἀριστοκρατέομαι
ἀριστοκρατία
ἀριστοκρατικός
ἀριστόμαντις
ἀριστόμαχος
ἀριστόνοος
ἄριστον
ἀριστοποιέω
ἄριστος
ἀριστοτόκος
View word page
ἀριστογόνος
ἀριστογόνος γονή bearing the best children, Pind.
ShortDef
bearing the best children
Debugging
Headword:
ἀριστογόνος
Headword (normalized):
ἀριστογόνος
Headword (normalized/stripped):
αριστογονος
IDX:
4818
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4821
Key:
a)ristogo/nos
Data
{'content': 'ἀριστογόνος\n γονή\n bearing the best children, Pind.', 'key': 'a)ristogo/nos'}