Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀρίσταρχος
ἀριστάφυλος
ἀριστάω
ἀριστεία
ἀριστεῖα
ἀριστερός
ἀριστεύς
ἀριστεύω
ἀριστίζω
ἀριστόβουλος
ἀριστογένεθλος
ἀριστογόνος
ἀριστοκρατέομαι
ἀριστοκρατία
ἀριστοκρατικός
ἀριστόμαντις
ἀριστόμαχος
ἀριστόνοος
ἄριστον
ἀριστοποιέω
ἄριστος
View word page
ἀριστογένεθλος
ἀριστογένεθλος γένεθλον producing the best, Anth.
ShortDef
producing the best
Debugging
Headword:
ἀριστογένεθλος
Headword (normalized):
ἀριστογένεθλος
Headword (normalized/stripped):
αριστογενεθλος
IDX:
4817
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4820
Key:
a)ristoge/neqlos
Data
{'content': 'ἀριστογένεθλος\n γένεθλον\n producing the best, Anth.', 'key': 'a)ristoge/neqlos'}