Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀργός2
Ἄργος
ἀργυράγχη
ἀργυραμοιβικός
ἀργυραμοιβός
ἀργύρειος
ἀργύρεος
ἀργυρεύω
ἀργυρήλατος
ἀργυρίδιον
ἀργυρικός
ἀργύριον
ἀργυρῖτις
ἀργυρογνώμων
ἀργυροδίνης
ἀργυροειδής
ἀργυρόηλος
ἀργυροθήκη
ἀργυροκόπος
ἀργυρολογέω
ἀργυρολογία
View word page
ἀργυρικός
ἀργυρικός ἄργυρος of, for or in silver, Plut.

ShortDef

of, for

Debugging

Headword:
ἀργυρικός
Headword (normalized):
ἀργυρικός
Headword (normalized/stripped):
αργυρικος
IDX:
4723
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4726
Key:
a)rguriko/s

Data

{'content': 'ἀργυρικός\n ἄργυρος\n of, for or in silver, Plut.', 'key': 'a)rguriko/s'}