ἀργύρειος
ἀργύρειος
= ἀργύρεος
ἀργύρεια μέταλλα silver mines, Thuc.; or τὰ ἀργύρεια alone, Xen.
{
"content": "ἀργύρειος\n = ἀργύρεος\n ἀργύρεια μέταλλα silver mines, Thuc.; or τὰ ἀργύρεια alone, Xen.",
"key": "a)rgu/reios"
}