Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀργέλοφοι
ἀργεννός
ἀργεστής
ἀργέω
ἀργήεις
ἀργής
ἀργία
ἀργικέραυνος
ἄργιλλα
ἄργιλλος
ἀργιλλώδης
ἀργινόεις
ἀργιόδους
ἀργιπόδης
ἀργίπους
ἄργμα
Ἀργόθεν
Ἀργολίζω
Ἀργολικός
Ἀργολίς
ἀργοποιός
View word page
ἀργιλλώδης
ἀργιλλώδης ἄργιλλος, ἄργῑλος, εἶδος like clay, clayey, Hdt.
ShortDef
like clay, clayey
Debugging
Headword:
ἀργιλλώδης
Headword (normalized):
ἀργιλλώδης
Headword (normalized/stripped):
αργιλλωδης
IDX:
4701
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4704
Key:
a)rgillw/dhs
Data
{'content': 'ἀργιλλώδης\n ἄργιλλος, ἄργῑλος, εἶδος\n like clay, clayey, Hdt.', 'key': 'a)rgillw/dhs'}