Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀπροφάσιστος
ἀπροφύλακτος
ἄπταιστος
ἄπτερος
ἀπτήν
ἀπτοεπής
ἁπτός
ἅπτω
ἀπτώς
ἀπύλωτος
ἀπύργωτος
ἄπυρος
ἀπύρωτος
ἄπυστος
ἀπφῦς
ἀπῳδός
ἄπωθεν
ἀπωθέω
ἀπώλεια
ἀπώμαστος
ἀπώμοτος
View word page
ἀπύργωτος
ἀπύργωτος πυργόω not girt with towers, Od.

ShortDef

not girt with towers

Debugging

Headword:
ἀπύργωτος
Headword (normalized):
ἀπύργωτος
Headword (normalized/stripped):
απυργωτος
IDX:
4646
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4649
Key:
a)pu/rgwtos

Data

{'content': 'ἀπύργωτος\n πυργόω\n not girt with towers, Od.', 'key': 'a)pu/rgwtos'}