Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀπροστασίου
ἀπρόσφορος
ἀπροσωπόληπτος
ἀπρόσωπος
ἀπροτίμαστος
ἀπροφάσιστος
ἀπροφύλακτος
ἄπταιστος
ἄπτερος
ἀπτήν
ἀπτοεπής
ἁπτός
ἅπτω
ἀπτώς
ἀπύλωτος
ἀπύργωτος
ἄπυρος
ἀπύρωτος
ἄπυστος
ἀπφῦς
ἀπῳδός
View word page
ἀπτοεπής
ἀπτοεπής a_privat, πτοέω, ἔπος undaunted in speech, Il.

ShortDef

undaunted in speech

Debugging

Headword:
ἀπτοεπής
Headword (normalized):
ἀπτοεπής
Headword (normalized/stripped):
απτοεπης
IDX:
4641
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4644
Key:
a)ptoeph/s

Data

{'content': 'ἀπτοεπής\n a_privat, πτοέω, ἔπος\n undaunted in speech, Il.', 'key': 'a)ptoeph/s'}