Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀπρόσμαχος
ἀπρόσμικτος
ἀπρόσοιστος
ἀπροσόμιλος
ἀπροσπέλαστος
ἀπροστασίου
ἀπρόσφορος
ἀπροσωπόληπτος
ἀπρόσωπος
ἀπροτίμαστος
ἀπροφάσιστος
ἀπροφύλακτος
ἄπταιστος
ἄπτερος
ἀπτήν
ἀπτοεπής
ἁπτός
ἅπτω
ἀπτώς
ἀπύλωτος
ἀπύργωτος
View word page
ἀπροφάσιστος
ἀπροφάσιστος προφασίζομαι offering no excuse, unhesitating, Thuc., Xen. adv. -τως, without disguise, without evasion, honestly, Thuc.

ShortDef

offering no excuse, unhesitating

Debugging

Headword:
ἀπροφάσιστος
Headword (normalized):
ἀπροφάσιστος
Headword (normalized/stripped):
απροφασιστος
IDX:
4636
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4639
Key:
a)profa/sistos

Data

{'content': 'ἀπροφάσιστος\n προφασίζομαι\n offering no excuse, unhesitating, Thuc., Xen. adv. -τως, without disguise, without evasion, honestly, Thuc.', 'key': 'a)profa/sistos'}