Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀπρόσκεπτος
ἀπρόσκλητος
ἀπρόσκοπος
ἀπρόσμαχος
ἀπρόσμικτος
ἀπρόσοιστος
ἀπροσόμιλος
ἀπροσπέλαστος
ἀπροστασίου
ἀπρόσφορος
ἀπροσωπόληπτος
ἀπρόσωπος
ἀπροτίμαστος
ἀπροφάσιστος
ἀπροφύλακτος
ἄπταιστος
ἄπτερος
ἀπτήν
ἀπτοεπής
ἁπτός
ἅπτω
View word page
ἀπροσωπόληπτος
ἀπροσωπόληπτος προσωπολήπτης not respecting persons. adv. -τως, without respect of persons, NTest.
ShortDef
not respecting persons
Debugging
Headword:
ἀπροσωπόληπτος
Headword (normalized):
ἀπροσωπόληπτος
Headword (normalized/stripped):
απροσωποληπτος
IDX:
4633
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4636
Key:
a)proswpo/lhptos
Data
{'content': 'ἀπροσωπόληπτος\n προσωπολήπτης\n not respecting persons. adv. -τως, without respect of persons, NTest.', 'key': 'a)proswpo/lhptos'}