Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀδόξαστος
ἀδοξέω
ἀδοξία
ἄδοξος
ἅδος
ἄδοτος
ἄδουλος
ἀδούπητος
ἀδρανής
Ἀδράστεια
ἄδραστος
Ἀδριακός
Ἀδριανός
Ἀδρίας
ἁδρόομαι
ἁδρός
ἁδροσύνη
ἁδροτής
ἀδρυάς
ἁδρύνω
ἀδυναμία
View word page
ἄδραστος
ἄδραστος διδράσκω not running away, not inclined to do so, of slaves, Hdt.

ShortDef

Adrastus
not running away, not inclined to do so

Debugging

Headword:
ἄδραστος
Headword (normalized):
ἄδραστος
Headword (normalized/stripped):
αδραστος
IDX:
463
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n463
Key:
a)/drastos

Data

{'content': 'ἄδραστος\n διδράσκω\n not running away, not inclined to do so, of slaves, Hdt.', 'key': 'a)/drastos'}