Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀπροσδεής
ἀπροσδιόνυσος
ἀπροσδόκητος
ἀπροσηγορία
ἀπροσήγορος
ἀπρόσικτος
ἀπρόσιτος
ἀπρόσκεπτος
ἀπρόσκλητος
ἀπρόσκοπος
ἀπρόσμαχος
ἀπρόσμικτος
ἀπρόσοιστος
ἀπροσόμιλος
ἀπροσπέλαστος
ἀπροστασίου
ἀπρόσφορος
ἀπροσωπόληπτος
ἀπρόσωπος
ἀπροτίμαστος
ἀπροφάσιστος
View word page
ἀπρόσμαχος
ἀπρόσμαχος προσμάχομαι irresistible, Soph.

ShortDef

irresistible

Debugging

Headword:
ἀπρόσμαχος
Headword (normalized):
ἀπρόσμαχος
Headword (normalized/stripped):
απροσμαχος
IDX:
4626
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4629
Key:
a)pro/smaxos

Data

{'content': 'ἀπρόσμαχος\n προσμάχομαι\n irresistible, Soph.', 'key': 'a)pro/smaxos'}