Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀπρεπίη
ἀπρήϋντος
ἀπριάτην
ἄπριγδα
ἀπριγδόπληκτος
ἀπρίξ
ἀπροαίρετος
ἀπροβούλευτος
ἀπρόβουλος
ἀπρόθυμος
ἀπροϊδής
ἄπροικος
ἀπρομήθεια
ἀπρομήθης
ἀπρονόητος
ἀπροοιμίαστος
ἀπρόοπτος
ἀπρόσβατος
ἀπροσδεής
ἀπροσδιόνυσος
ἀπροσδόκητος
View word page
ἀπροϊδής
ἀπροϊδής προϊδεῖν unforeseen, Anth.

ShortDef

unforeseen

Debugging

Headword:
ἀπροϊδής
Headword (normalized):
ἀπροϊδής
Headword (normalized/stripped):
απροιδης
IDX:
4608
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4611
Key:
a)proi+dh/s

Data

{'content': 'ἀπροϊδής\n προϊδεῖν\n unforeseen, Anth.', 'key': 'a)proi+dh/s'}