Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀπρακτέω
ἄπρακτος
ἀπραξία
ἀπρασία
ἄπρατος
ἀπρέπεια
ἀπρεπής
ἀπρεπίη
ἀπρήϋντος
ἀπριάτην
ἄπριγδα
ἀπριγδόπληκτος
ἀπρίξ
ἀπροαίρετος
ἀπροβούλευτος
ἀπρόβουλος
ἀπρόθυμος
ἀπροϊδής
ἄπροικος
ἀπρομήθεια
ἀπρομήθης
View word page
ἄπριγδα
ἄπριγδα = ἀπρίξ, Aesch.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἄπριγδα
Headword (normalized):
ἄπριγδα
Headword (normalized/stripped):
απριγδα
IDX:
4601
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4604
Key:
a)/prigda

Data

{'content': 'ἄπριγδα\n = ἀπρίξ, Aesch.', 'key': 'a)/prigda'}