Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀποχραίνω
ἀποχράω
ἀποχρήματος
ἀποχρώντως
ἀποχυρόω
ἀποχωλεύω
ἀποχωλόομαι
ἀποχώννυμι
ἀποχωρέω
ἀποχώρησις
ἀποχωρίζω
ἀπόχωσις
ἀποψάω
ἀποψεύδομαι
ἀποψηφίζομαι
ἀποψιλόω
ἄποψις
ἀποψύχω
ἀππαπαῖ
ἀπραγία
ἀπραγμοσύνη
View word page
ἀποχωρίζω
ἀποχωρίζω to part or separate from, τι ἀπό τινος Plat.

ShortDef

to part

Debugging

Headword:
ἀποχωρίζω
Headword (normalized):
ἀποχωρίζω
Headword (normalized/stripped):
αποχωριζω
IDX:
4579
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4582
Key:
a)poxwri/zw

Data

{'content': 'ἀποχωρίζω\n to part or separate from, τι ἀπό τινος Plat.', 'key': 'a)poxwri/zw'}