Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀποχαλκίζω
ἀποχαρακόω
ἀποχειροβίωτος
ἀποχειροτονέω
ἀποχειροτονία
ἀποχέω
ἀποχή
ἀποχηρόομαι
ἀποχραίνω
ἀποχράω
ἀποχρήματος
ἀποχρώντως
ἀποχυρόω
ἀποχωλεύω
ἀποχωλόομαι
ἀποχώννυμι
ἀποχωρέω
ἀποχώρησις
ἀποχωρίζω
ἀπόχωσις
ἀποψάω
View word page
ἀποχρήματος
ἀποχρήματος = ἀχρήματος ζημία ἀποχρ. a penalty but not of money, Aesch.

ShortDef

but not of money

Debugging

Headword:
ἀποχρήματος
Headword (normalized):
ἀποχρήματος
Headword (normalized/stripped):
αποχρηματος
IDX:
4571
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4574
Key:
a)poxrh/matos

Data

{'content': 'ἀποχρήματος\n = ἀχρήματος\n ζημία ἀποχρ. a penalty but not of money, Aesch.', 'key': 'a)poxrh/matos'}