Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀποφράς
ἀποφυγγάνω
ἀποφυγή
ἀποφυσάω
ἀποφώλιος
ἀποχάζομαι
ἀποχαλάω
ἀποχαλινόω
ἀποχαλκεύω
ἀποχαλκίζω
ἀποχαρακόω
ἀποχειροβίωτος
ἀποχειροτονέω
ἀποχειροτονία
ἀποχέω
ἀποχή
ἀποχηρόομαι
ἀποχραίνω
ἀποχράω
ἀποχρήματος
ἀποχρώντως
View word page
ἀποχαρακόω
ἀποχαρακόω = ἀποσταυρόω, Plut.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἀποχαρακόω
Headword (normalized):
ἀποχαρακόω
Headword (normalized/stripped):
αποχαρακοω
IDX:
4562
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4564
Key:
a)poxarako/w
Data
{'content': 'ἀποχαρακόω\n = ἀποσταυρόω, Plut.', 'key': 'a)poxarako/w'}