Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀποσχαλίδωμα
ἀποσχίζω
ἀποσχοινίζω
ἀποσῴζω
ἀπότακτος
ἀποτάσσω
ἀποταυρόομαι
ἀποταφρεύω
ἀποτείνω
ἀποτειχίζω
ἀποτείχισις
ἀποτείχισμα
ἀποτελευτάω
ἀποτελέω
ἀποτέμνω
ἀπότευξις
ἀποτῆλε
ἀποτηλοῦ
ἀποτίθημι
ἀποτίλλω
ἀπότιλμα
View word page
ἀποτείχισις
ἀποτείχισις From ἀποτειχίζω the walling off a town, blockading, Thuc.

ShortDef

the walling off a town, blockading

Debugging

Headword:
ἀποτείχισις
Headword (normalized):
ἀποτείχισις
Headword (normalized/stripped):
αποτειχισις
IDX:
4480
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4482
Key:
a)potei/xisis

Data

{'content': 'ἀποτείχισις\n From ἀποτειχίζω\n the walling off a town, blockading, Thuc.', 'key': 'a)potei/xisis'}