Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀποστίλβω
ἀποστλεγγίζω
ἀποστολεύς
ἀποστολή
ἀπόστολος
ἀποστοματίζω
ἀποστράτηγος
ἀποστρατοπεδεύομαι
ἀποστρέφω
ἀποστροφή
ἀπόστροφος
ἀποστυγέω
ἀποστυφελίζω
ἀποστύφω
ἀποσυκάζω
ἀποσυλάω
ἀποσυνάγωγος
ἀποσυρίζω
ἀποσύρω
ἀποσφάζω
ἀποσφακελίζω
View word page
ἀπόστροφος
ἀπόστροφος ἀποστρέφομαι turned away, Soph.

ShortDef

turned away

Debugging

Headword:
ἀπόστροφος
Headword (normalized):
ἀπόστροφος
Headword (normalized/stripped):
αποστροφος
IDX:
4456
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4458
Key:
a)po/strofos

Data

{'content': 'ἀπόστροφος\n ἀποστρέφομαι\n turned away, Soph.', 'key': 'a)po/strofos'}