Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀπορροή
ἀπορροιβδέω
ἀπορροφέω
ἀπορρύπτω
ἀπόρρυτος
ἀπορρώξ
ἀπορφανίζω
ἀπόρφυρος
ἀπορχέομαι
ἀποσαλεύω
ἀποσαφέω
ἀποσβέννυμι
ἀποσείω
ἀποσεμνύνω
ἀποσεύω
ἀποσημαίνω
ἀποσήπομαι
ἀποσιμόω
ἀπόσιτος
ἀποσιωπάω
ἀποσιώπησις
View word page
ἀποσαφέω
ἀποσαφέω σαφής to make clear, Plat.

ShortDef

to make clear

Debugging

Headword:
ἀποσαφέω
Headword (normalized):
ἀποσαφέω
Headword (normalized/stripped):
αποσαφεω
IDX:
4379
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4381
Key:
a)posafe/w

Data

{'content': 'ἀποσαφέω\n σαφής\n to make clear, Plat.', 'key': 'a)posafe/w'}