Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀποπαπταίνω
ἀποπατέω
ἀπόπατος
ἀποπαύω
ἀπό
ἀποπειράομαι
ἀπόπειρα
ἀποπελεκάω
ἀποπέμπω
ἀπόπεμψις
ἀποπενθέω
ἀποπεράω
ἀποπέρδομαι
ἀποπέτομαι
ἀποπεφασμένως
ἀποπήγνυμι
ἀποπηδάω
ἀποπίμπλημι
ἀποπίνω
ἀποπίπτω
ἀποπιστεύω
View word page
ἀποπενθέω
ἀποπενθέω to mourn for, τινά Plut.
ShortDef
to mourn for
Debugging
Headword:
ἀποπενθέω
Headword (normalized):
ἀποπενθέω
Headword (normalized/stripped):
αποπενθεω
IDX:
4301
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4303
Key:
a)popenqe/w
Data
{'content': 'ἀποπενθέω\n to mourn for, τινά Plut.', 'key': 'a)popenqe/w'}