Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀδῄωτος
ἀδιάβατος
ἀδιάβλητος
ἀδιάθετος
ἀδιάκριτος
ἀδιάλειπτος
ἀδιάλυτος
ἀδίαντος
ἀδίαυλος
ἀδιάφθαρτος
ἀδιαφθορία
ἀδιάφθορος
ἀδίδακτος
ἀδιέξοδος
ἀδιερεύνητος
ἀδιήγητος
ἀδίκαστος
ἀδικέω
ἀδίκημα
ἀδικητέον
ἀδικία
View word page
ἀδιαφθορία
ἀδιαφθορία incorruption, uprightness, NTest.

ShortDef

incorruption, uprightness

Debugging

Headword:
ἀδιαφθορία
Headword (normalized):
ἀδιαφθορία
Headword (normalized/stripped):
αδιαφθορια
IDX:
426
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n426
Key:
a)diafqori/a

Data

{'content': 'ἀδιαφθορία\n incorruption, uprightness, NTest.', 'key': 'a)diafqori/a'}