Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀπολογέομαι
ἀπολόγημα
ἀπολογητέος
ἀπολογία
ἀπολογίζομαι
ἀπολογισμός
ἀπόλογος
ἀπολούω
ἀπολοφύρομαι
ἀπολυμαίνομαι
ἀπολυμαντήρ
ἀπόλυσις
ἀπολυτικός
ἀπολυτρόω
ἀπολύτρωσις
ἀπολύω
ἀπολωβάω
ἀπολωτίζω
ἀπομαγδαλία
ἀπομαίνομαι
ἀπόμακτρον
View word page
ἀπολυμαντήρ
ἀπολυμαντήρ λύμη a destroyer: δαιτῶν ἀπολ. one who destroys the pleasure of dinner, a kill-joy, — or, acc. to others, a devourer of feasts, lick-plate, Od.

ShortDef

a destroyer

Debugging

Headword:
ἀπολυμαντήρ
Headword (normalized):
ἀπολυμαντήρ
Headword (normalized/stripped):
απολυμαντηρ
IDX:
4210
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4212
Key:
a)polumanth/r

Data

{'content': 'ἀπολυμαντήρ\n λύμη\n a destroyer: δαιτῶν ἀπολ. one who destroys the pleasure of dinner, a kill-joy, — or, acc. to others, a devourer of feasts, lick-plate, Od.', 'key': 'a)polumanth/r'}