Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀποκορυφόω
ἀποκοσμέω
ἀποκοτταβίζω
ἀποκουφίζω
ἀποκράδιος
ἀποκραιπαλάω
ἀποκρανίζω
ἀποκρατέω
ἀποκρεμάννυμι
ἀπόκρημνος
ἀπόκριμα
ἀποκρίνω
ἀπόκρισις
ἀποκριτέος
ἀπόκροτος
ἀποκρούω
ἀποκρύπτω
ἀπόκρυφος
ἀποκτείνω
ἀποκτίννυμι
ἀποκυέω
View word page
ἀπόκριμα
ἀπόκριμα from ἀποκρίνω a judicial sentence, NTest.

ShortDef

a judicial sentence

Debugging

Headword:
ἀπόκριμα
Headword (normalized):
ἀπόκριμα
Headword (normalized/stripped):
αποκριμα
IDX:
4150
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4151
Key:
a)po/krima

Data

{'content': 'ἀπόκριμα\n from ἀποκρίνω\n a judicial sentence, NTest.', 'key': 'a)po/krima'}