Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀποκαρτερέω
ἀποκαταλλάσσω
ἀποκαυλίζω
ἀποκαύλισις
ἀπόκειμαι
ἀποκείρω
ἀποκερδαίνω
ἀποκερματίζω
ἀποκηδεύω
ἀποκηδέω
ἀποκήρυκτος
ἀποκήρυξις
ἀποκηρύσσω
ἀποκινδύνευσις
ἀποκινδυνεύω
ἀποκινέω
ἀπόκινος
ἀποκλάζω
ἀποκλάζω
ἀποκλαίω
ἀποκλάω
View word page
ἀποκήρυκτος
ἀποκήρυκτος from ἀποκηρύσσω disinherited, Luc.
ShortDef
disinherited
Debugging
Headword:
ἀποκήρυκτος
Headword (normalized):
ἀποκήρυκτος
Headword (normalized/stripped):
αποκηρυκτος
IDX:
4106
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4107
Key:
a)pokh/ruktos
Data
{'content': 'ἀποκήρυκτος\n from ἀποκηρύσσω\n disinherited, Luc.', 'key': 'a)pokh/ruktos'}