Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀποκαίω
ἀποκαλέω
ἀποκαλύπτω
ἀποκάλυψις
ἀποκάμνω
ἀποκάμπτω
ἀπόκαμψις
ἀποκαπύω
ἀποκαραδοκία
ἀποκαρτερέω
ἀποκαταλλάσσω
ἀποκαυλίζω
ἀποκαύλισις
ἀπόκειμαι
ἀποκείρω
ἀποκερδαίνω
ἀποκερματίζω
ἀποκηδεύω
ἀποκηδέω
ἀποκήρυκτος
ἀποκήρυξις
View word page
ἀποκαταλλάσσω
ἀποκαταλλάσσω to reconcile again, NTest.
ShortDef
to reconcile again
Debugging
Headword:
ἀποκαταλλάσσω
Headword (normalized):
ἀποκαταλλάσσω
Headword (normalized/stripped):
αποκαταλλασσω
IDX:
4097
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4098
Key:
a)pokatalla/ssw
Data
{'content': 'ἀποκαταλλάσσω\n to reconcile again, NTest.', 'key': 'a)pokatalla/ssw'}