Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀπόθετος
ἀποθέω
ἀποθεώρησις
ἀποθέωσις
ἀποθήκη
ἀποθηλύνω
ἀποθησαυρίζω
ἀποθλίβω
ἀπόθλιψις
ἀποθνῄσκω
ἀποθρασύνομαι
ἀποθραύω
ἀποθρηνέω
ἀποθριάζω
ἀποθρύπτω
ἀποθρῴσκω
ἀποθύμιος
ἀποθύω
ἀποίδησις
ἀποίητος
ἀποικέω
View word page
ἀποθρασύνομαι
ἀποθρασύνομαι Mid. to be very bold, dare all things, Dem.
ShortDef
to be very bold, dare all things
Debugging
Headword:
ἀποθρασύνομαι
Headword (normalized):
ἀποθρασύνομαι
Headword (normalized/stripped):
αποθρασυνομαι
IDX:
4056
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4057
Key:
a)poqrasu/nomai
Data
{'content': 'ἀποθρασύνομαι\n Mid. to be very bold, dare all things, Dem.', 'key': 'a)poqrasu/nomai'}