Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀποδιοπομπέομαι
ἀποδιορίζω
ἀποδιώκω
ἀποδοκεῖ
ἀποδοκιμάζω
ἀποδοκιμαστέος
ἀποδοκιμάω
ἀπόδοσις
ἀποδοτέος
ἀποδοχή
ἀπόδρασις
ἀποδρέπω
ἀποδρύπτω
ἀποδύρομαι
ἀποδυτέος
ἀποδυτήριον
ἀποδύω
ἀποείκω
ἀπόερσε
ἀποζάω
ἀποζεύγνυμι
View word page
ἀπόδρασις
ἀπόδρασις ἀποδιδράσκω a running away, escape, Hdt.: c. gen. escape from, στρατείας Dem.
ShortDef
a running away, escape
Debugging
Headword:
ἀπόδρασις
Headword (normalized):
ἀπόδρασις
Headword (normalized/stripped):
αποδρασις
IDX:
4024
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4025
Key:
a)po/drasis
Data
{'content': 'ἀπόδρασις\n ἀποδιδράσκω\n a running away, escape, Hdt.: c. gen. escape from, στρατείας Dem.', 'key': 'a)po/drasis'}