Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀποδίομαι
ἀποδιοπομπέομαι
ἀποδιορίζω
ἀποδιώκω
ἀποδοκεῖ
ἀποδοκιμάζω
ἀποδοκιμαστέος
ἀποδοκιμάω
ἀπόδοσις
ἀποδοτέος
ἀποδοχή
ἀπόδρασις
ἀποδρέπω
ἀποδρύπτω
ἀποδύρομαι
ἀποδυτέος
ἀποδυτήριον
ἀποδύω
ἀποείκω
ἀπόερσε
ἀποζάω
View word page
ἀποδοχή
ἀποδοχή ἀποδέχομαι a receiving back, having restored to one, Thuc.

ShortDef

a receiving back, having restored to one

Debugging

Headword:
ἀποδοχή
Headword (normalized):
ἀποδοχή
Headword (normalized/stripped):
αποδοχη
IDX:
4023
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n4024
Key:
a)podoxh/

Data

{'content': 'ἀποδοχή\n ἀποδέχομαι\n a receiving back, having restored to one, Thuc.', 'key': 'a)podoxh/'}