Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀποβάθρα
ἀποβαίνω
ἀποβάλλω
ἀποβάπτω
ἀπόβασις
ἀποβάτης
ἀποβιάζομαι
ἀποβιβάζω
ἀποβλάπτω
ἀποβλαστάνω
ἀποβλάστημα
ἀπόβλεπτος
ἀποβλέπω
ἀποβλητέος
ἀπόβλητος
ἀποβλίττω
ἀποβλύζω
ἀποβολή
ἀποβολιμαῖος
ἀποβόσκομαι
ἀποβουκολέω
View word page
ἀποβλάστημα
ἀποβλάστημα from ἀποβλαστάνω a shoot, scion, Plat.
ShortDef
a shoot, scion
Debugging
Headword:
ἀποβλάστημα
Headword (normalized):
ἀποβλάστημα
Headword (normalized/stripped):
αποβλαστημα
IDX:
3945
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3946
Key:
a)pobla/sthma
Data
{'content': 'ἀποβλάστημα\n from ἀποβλαστάνω\n a shoot, scion, Plat.', 'key': 'a)pobla/sthma'}