Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀπιστέω
ἀπιστία
ἄπιστος
ἀπιστοσύνη
ἀπισχυρίζομαι
ἀπίσχω
ἀπιτέος
ἀπλακία
ἀπλανής
ἀπλάνητος
ἄπλαστος
ἄπλατος
ἄπλεκτος
ἄπλετος
ἄπλευστος
ἄπληκτος
ἀπλήρωτος
ἀπληστία
ἄπληστος
ἄπλοια
ἁπλοΐζομαι
View word page
ἄπλαστος
ἄπλαστος not moulded, i. e. in its natural state, natural, unaffected, Plut.
ShortDef
not moulded
Debugging
Headword:
ἄπλαστος
Headword (normalized):
ἄπλαστος
Headword (normalized/stripped):
απλαστος
IDX:
3910
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3911
Key:
a)/plastos
Data
{'content': 'ἄπλαστος\n not moulded, i. e. in its natural state, natural, unaffected, Plut.', 'key': 'a)/plastos'}