Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀπεραντολογία
ἀπεραντολόγος
ἀπέραντος
ἀπεργάζομαι
ἀπεργασία
ἀπεργαστικός
ἀπέρδω
ἀπερείδω
ἁπερεί
ἀπερείσιος
ἀπεριλάλητος
ἀπερίληπτος
ἀπεριμέριμνος
ἀπερίοπτος
ἀπερίσκεπτος
ἀπερίτμητος
ἀπερίτροπος
ἀπέρρω
ἀπερυθριάω
ἀπερύκω
ἀπερύω
View word page
ἀπεριλάλητος
ἀπεριλάλητος περιλαλέω not to be out-talked, Ar.

ShortDef

not to be out-talked

Debugging

Headword:
ἀπεριλάλητος
Headword (normalized):
ἀπεριλάλητος
Headword (normalized/stripped):
απεριλαλητος
IDX:
3840
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3841
Key:
a)perila/lhtos

Data

{'content': 'ἀπεριλάλητος\n περιλαλέω\n not to be out-talked, Ar.', 'key': 'a)perila/lhtos'}