Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀπένθητος
ἀπενιαυτέω
ἀπεννέπω
ἀπεξαιρέω
ἀπέξ
ἀπεοικώς
ἀπέπαντος
ἀπέπειρος
ἄπεπλος
ἀπεραντολογία
ἀπεραντολόγος
ἀπέραντος
ἀπεργάζομαι
ἀπεργασία
ἀπεργαστικός
ἀπέρδω
ἀπερείδω
ἁπερεί
ἀπερείσιος
ἀπεριλάλητος
ἀπερίληπτος
View word page
ἀπεραντολόγος
ἀπεραντολόγος λέγω talking without end.

ShortDef

talking without end

Debugging

Headword:
ἀπεραντολόγος
Headword (normalized):
ἀπεραντολόγος
Headword (normalized/stripped):
απεραντολογος
IDX:
3831
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3832
Key:
a)perantolo/gos

Data

{'content': 'ἀπεραντολόγος\n λέγω\n talking without end.', 'key': 'a)perantolo/gos'}